Παρασκευή, Δεκεμβρίου 30, 2016

Στην ίδια θέση



Με ένα τσιγάρο και ένα ουίσκι στην ίδια θέση εκεί, να παρακολουθώ λυσσασμένες σκέψεις να χορεύουν γυμνές μπροστά στα μάτια μου. Τόσα θέλω πεταμένα στην ίδια θέση που έχουν πάρει να μουχλιάζουν από την πολυκαιρία. Μονόλογοι του κάτι και της τελευταίας στιγμής με οσμές ενοχών και μη πραγματοποιήσιμων ευχών. 

Δευτέρα, Νοεμβρίου 28, 2016

Αγάπης Σύμπαντα


Έχω την εντύπωση πως δεν θα σου πω εγώ τι να κάνεις, είμαι ο τελευταίος άνθρωπος που θα δώσει συμβουλές, εγώ έκανα τη ζωή μου μαντάρα για άλλους, και για άλλους έκανα πραγματικά αυτό που έπρεπε να κάνω. Οπότε όπως καταλαβαίνεις είμαι η πλέον αναρμόδια για να σου λύσω το γρίφο που λέγεται αγάπη.

Παρασκευή, Νοεμβρίου 11, 2016

Σίσυφος







Ο Μύθος του Σίσυφου μου ήταν ανέκαθεν συμπαθής. Το μαρτύριο του εν γένη πάσχοντος ανθρώπου. Η ματαιότητά του. Κι ακόμη πιο πέρα. Η συνειδητοποίηση της ματαιότητας. Η προσπάθεια που είναι καταδικασμένη από την γέννησή της. Ο βράχος που έτσι κι αλλιώς θα κυλήσει πίσω. Αναρωτήθηκα μερικές φορές γιατί ο ευρηματικός και πολυμήχανος Σίσυφος δεν έμενε άπραγος. Δεν άφηνε το βράχο του ακίνητο.



Μετά συνειδητοποίησα πόσο κουραστικά ανώφελο και πληκτικό θα ήταν κι αυτό. Και έπειτα τόσοι και τόσοι Σίσυφοι θα ‘πρεπε να παραδειγματιστούν. Να κυλούν αδιαμαρτύρητα τους δικούς τους βράχους. Να τους στεριώνουν με υπομονή και κόπο. Να υπομένουν καρτερικά το μαρτύριο της αποτυχίας. Να παρακολουθούν στωικά τον βράχο να επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών.



Και να μένουν πιστοί και ακούραστοι εργάτες, ταγμένοι στο κυκλικό και επαναλαμβανόμενο βασανιστήριο που τους δόθηκε, γνωρίζοντας ότι δεν μπορούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους. Και όσο πιο πολύ το συνειδητοποιούν αυτό το τελευταίο, τόσο πιο πολύ δένονται με τον βράχο τους. Φτιαγμένοι από το ίδιο ανθεκτικό υλικό που στέκει ανέπαφο σε αιώνες και ματαιότητες.



Η Ελληνική Μυθολογία προσφέρει πληθώρα διδακτικών και όμορφων μύθων. Κανένα όμως δεν βρήκα ποτέ τόσο γοητευτικό όσο αυτόν του Σίσυφου.



Ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που έγινε κατόπιν γνωστή ως Κόρινθος. Η περιπέτεια του Σίσυφου άρχισε όταν ο Δίας αποπλάνησε την Αίγινα, κόρη του ποταμού-θεού Ασωπού. Όταν ο πατέρας του κοριτσιού πήγε στην Κόρινθο αναζητώντας την κόρη του, συμφώνησε με τον Σίσυφο, που γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί, ότι, αν του έδινε πληροφορίες, εκείνος θα έκανε να αναβλύσει στην ακρόπολη της Κορίνθου μια αστείρευτη πηγή.



Έτσι, ο Σίσυφος είπε όλα όσα γνώριζε στον Ασωπό κι εκείνος καταδίωξε άγρια τον πατέρα των θεών για να πάρει εκδίκηση. Όταν τελικά ο Δίας κατάφερε να γλιτώσει από την οργή του, πρόσταξε τον Άδη να πάρει στα Τάρταρα τον Σίσυφο και να του επιβάλει αιώνια τιμωρία. Όμως ο Σίσυφος με πονηριά κατόρθωσε να αλυσοδέσει τον ίδιο τον Άδη και να τον φυλακίσει.



Για όσο διάστημα ο Άδης βρισκόταν φυλακισμένος, κανείς δεν μπορούσε να πεθάνει. Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί ήταν τόσο περίεργη, που ακόμη και φρικτά σακατεμένοι άνθρωποι και ζώα περιφέρονταν παντού σαν να μη συνέβαινε τίποτα. Τότε, ο Άρης, ο θεός του πολέμου, αποφάσισε να δώσει ένα τέρμα. Πήγε στο παλάτι του Σίσυφου κι αφού απελευθέρωσε τον Άδη, του παρέδωσε τον Κορίνθιο βασιλιά.


Ο Σίσυφος όμως δεν είχε πει ακόμη τον τελευταίο του λόγο. Προτού κατεβεί στα Τάρταρα, είχε δώσει εντολή στη σύζυγο του Μερόπη να μη θάψει το σώμα του. Έτσι, μόλις έφτασε στον Κάτω Κόσμο, αξίωσε πως, αφού ήταν άταφος, δεν έπρεπε να βρίσκεται εκεί. Με αυτό τον τρόπο εξαπάτησε την Περσεφόνη, τη γυναίκα του Άδη, που του έδωσε άδεια να επιστρέψει στη γη για τρεις ημέρες, ώστε να κανονίσει να ταφεί το σώμα του. Βέβαια, ο Σίσυφος δε σκόπευε να τηρήσει τη συμφωνία. Στο ομότιτλο έργο του ο Καμύ αναφέρει:



" Αλλά όταν ο Σίσυφος αντίκρισε πάλι το πρόσωπο του πάνω κόσμου, όταν απόλαυσε το νερό και τον ήλιο, τις πέτρες και τη θάλασσα, δεν θέλησε πλέον να επιστρέψει στο σατανικό σκοτάδι.Οι κλήσεις του Άδη, σημάδια του θυμού του για την συμφωνία που δεν τηρήθηκε, και οι προειδοποιήσεις του προς τον Σίσυφο ήταν ανώφελες.



Για καιρό εκείνος επέμενε να ζει απολαμβάνοντας την εικόνα της λαμπυρίζουσας θάλασσας και τα χαμόγελα της γης. Ένα διάταγμα των Θεών ήταν απαραίτητο. Ο Ερμής, λοιπόν, ήρθε και άρπαξε το αναιδές άτομο από το λαιμό στερώντας του τις επίγειες χαρές του και τον οδήγησε βίαια πίσω στον Κάτω κόσμο, όπου ο βράχος του- η αιώνια τιμωρία του- τον περίμενε".



Και ο Καμύ στο "Μύθο του Σισύφου" συνεχίζει: "Οι Θεοί είχαν καταδικάσει τον Σίσυφο να κυλά ασταμάτητα έναν βράχο στην κορυφή ενός βουνού, από όπου όμως αυτή η τεράστια πέτρα, διαρκώς κατρακυλά στη βάση της, λίγο πριν φτάσει στην κορυφή. Είχαν σκεφτεί για κάποιο λόγο ότι δεν υπάρχει πλέον φοβερή τιμωρία από την ανώφελη και μάταιη εργασία. Ήδη έχετε καταλάβει ότι ο Σίσυφος είναι ο παράλογος ήρωας.



Είναι, τόσο μέσω των παθών του όσο και μέσω των βασανιστηρίων του. Η περιφρόνησή του για τους θεούς, η έχθρα του με τον θάνατο και το πάθος του για τη ζωή τον σπρώχνουν σε μία απερίγραπτη ποινική ρήτρα, στην οποία ολόκληρη η ύπαρξη του εξαρτάται και ασκείται να ολοκληρώνει ένα αέναο τίποτα. Αυτό είναι η τιμή που πρέπει να καταβληθεί για τα γήινα και ασυγχώρητα πάθη του".


Ο Camus υποστηρίζει ότι ο Σίσυφος γεύεται για μια σύντομη στιγμή την ελευθερία. Είναι ακριβώς εκείνη η μοναδική στιγμή, όταν έχει τελειώσει με το σπρώξιμο του βράχου και δεν χρειάζεται ακόμα να ξεκινήσει από την αρχή.



"Είναι –αναφέρει- κατά τη διάρκεια εκείνης της επιστροφής, όταν ο Σίσυφος σταματά για λίγο τον αγώνα του, η στιγμή που με ενδιαφέρει. Ένα πρόσωπο που κοπιάζει έτσι κοντά στις πέτρες είναι ήδη ο ίδιος πέτρα! Τον βλέπω που επιστρέφει κάτω με ένα βαρύ και μετρημένο πια βήμα, πλησιάζοντας προς το βασανιστήριο του που και ο ίδιος δεν εννοεί και δεν γνωρίζει πότε θα τελειώσει.



Εκείνη η ώρα που μοιάζει με ανάπαυλα και ανάσα ενώ επιστρέφει βέβαιος πια για την επανάληψη του βασανιστηρίου του είναι η ώρα της συνείδησης. Σε κάθε μια από εκείνες τις στιγμές, όταν αφήνει τα ύψη και επιστρέφει στην Κοιλάδα των Θεών, είναι ανώτερος από τη μοίρα του. Είναι ισχυρότερος από το βράχο του.



Εάν αυτός ο μύθος είναι τραγικός, αυτό συμβαίνει επειδή ο ήρωάς του γνωρίζει την ματαιότητα της προσπάθειας. Πόσο διαφορετική τροπή θα είχε αυτό το βασανιστήριο αν σε κάθε βήμα και σε κάθε του προσπάθεια τον συντρόφευε η ελπίδα της επιτυχίας;



Ο σύγχρονος εργαζόμενος πορεύεται καθημερινά με τους ίδιους στόχους και η μοίρα του δεν είναι λιγότερο παράλογη. Αλλά το τραγικό είναι ότι μόνο σε σπάνιες στιγμές αυτό το συνειδητοποιούμε. Ο Σίσυφος, προλετάριος των θεών, ανίσχυρος κι επαναστατημένος, ήξερε όλη την έκταση της άθλιας ύπαρξής του: είναι εκείνη που σκέφτεται όσο διαρκεί η κατάβασή του. Η σύνεση με την οποία δέχεται το μαρτύριό του συμπληρώνει την ίδια στιγμή τη νίκη του. ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΟΙΡΑ ΠΟΥ ΝΑ ΜΗ ΝΙΚΙΕΤΑΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΕΡΙΦΡΟΝΗΣΗ".



Και ο Camus καταλήγει: "Ο βράχος κυλά ακόμη. Αφήνω λοιπόν το Σίσυφο στους πρόποδες του βουνού. Πάντα ξαναβρίσκει κανείς το φορτίο του. Ο Σίσυφος όμως συμβολίζει την ανώτερη πίστη που αρνιέται τους θεούς κι ανυψώνει τους βράχους. Κι εκείνος κρίνει πως όλα είναι καλά. Αυτό το σύμπαν το αδέσποτο στο εξής δεν του φαίνεται ούτε άκαρπο, ούτε μάταιο.



Ο κάθε κόκκος της πέτρας, η κάθε λάμψη αυτού του γεμάτου νύχτα βουνού πλάθει, μονάχα γι' αυτόν, τη μορφή ενός κόσμου. Ακόμα κι ο ίδιος ο αγώνας προς την κορυφή φτάνει για να γεμίσει την ανθρώπινη καρδιά. ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΑΝΤΑΣΤΟΥΜΕ ΤΟ ΣΙΣΥΦΟ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟ...''

Ένας από τους πιο ιδιόμορφους μύθους της ελληνικής μυθολογίας είναι αυτός του Σίσυφου, γιου του Αίολου. Ο Σίσυφος ήταν ιδρυτής και βασιλιάς της αρχαίας Εφύρας, που έγινε κατόπιν γνωστή ως Κόρινθος. Η περιπέτεια τουΣίσυφου άρχισε όταν ο Δίαςαποπλάνησε την Αίγινα, κόρη του ποταμού-θεου Ασωπού. Όταν ο πατέρας του κοριτσιού πήγε στην Κόρινθο αναζητώντας την κόρη του, συμφώνησε με τον Σίσυφο,που γνώριζε πολύ καλά τι είχε συμβεί, ότι, αν του έδινε πληροφορίες, εκείνος θα έκανε να αναβλύσει στην ακρόπολη της Κορίνθου μια αστείρευτη πηγή.
Μια άλλη ιστορία για τον Σίσυφο, λέει για την κλοπή του κοπαδιού του, από τον διάσημο κλέφτη Αυτόλυκο. Ο πανούργος Σίσυφος σκόπευε να πιάσει επ’αυτοφώρω τον δράστη: Έδεσε μολυβένιες σφραγίδες στις οπλές των ζώων που έγραφαν τις λέξεις «με έκλεψε ο Αυτόλυκος», και στη συνέχεια ακολούθησε τα ίχνη από το χαμένο του κοπάδι. Έτσι ξεμπρόστιασε τον Αυτόλυκο όταν του είπε ότι το ίδιο το κοπάδι του τον κατηγορούσε για το έγκλημα της κλοπής, καθώς εκείνος δεν το παραδεχόταν. Μια άλλη εκδοχή περιγράφει ότι ο Σίσυφος αποπλάνησε την κόρη του Αυτόλυκου, Αντίκλεια, για να τον εκδικηθεί. Η Αντίκλεια στη συνέχεια γέννησε τον Οδυσσέα, οπότε σύμφωνα με αυτόν τον μύθο ο ήρωας του Τρωικού Πολέμου και της Οδύσσειας ήταν πραγματικός απόγονος του Σίσυφου, και όχι του Λαέρτη, γεγονός που εξηγεί ευφυή και αδίστακτη φύση του.
Ιδρύοντας μια πόλη και ξεγελώντας τον Θάνατο.

Η Κόρινθος, ήταν μια ισχυρή αρχαία πόλη, της οποίας τα απομεινάρια μπορούν να βρεθούν μέχρι και σήμερα. Μερικές πηγές σχετίζουν την μεγάλη πόλη Εφύρα σαν την πόλη που ίδρυσε ο Σίσυφος, η οποία μετά ονομάστηκε Κόρινθος. Άλλοι αναφέρουν ότι η μάγισσα Μήδεια έδωσε την Κόρινθο στον Σίσυφο, ο οποίος έγινε βασιλιάς της.
Ένας μύθος λέει ότι ο Σίσυφος απέκτησε μια πηγή καθαρού νερού για την Κόρινθο, κάνοντας μια συμφωνία με τον ποταμό θεό Ασωπό. Η κόρη του Ασωπού είχε απαχθεί από τον Δία, και όταν ο Ασωπός ζήτησε βοήθεια από τον Σίσυφο, εκείνος του έδωσε την πληροφορία, γεγονός που εξόργισε τον Δία. Έτσι ο βασιλιάς των Θεών έστειλε τον Θάνατο να πάρει τη ζωή του Σίσυφου.
Όμως ο Σίσυφος κατάφερε να παγιδεύσει τον Θάνατο και να τον φυλακίσει σε ένα κελί. Η φυλάκιση αυτή είχε ως αποτέλεσμα, ο Θάνατος να μην μπορεί να έρθει για κανέναν νεκρό, κι έτσι οι άνθρωποι σταμάτησαν να πεθαίνουν. Οι θεοί σαν απάντηση έστειλαν τον Άρη, το θεό του πολέμου, να διασώσει τον Θάνατο, για να μπορέσει να διεκδικήσει την ψυχή του Σίσυφου. Αυτή τη φορά ο Σίσυφος πέθανε πραγματικά, αλλά πριν τον πάρει ο Θάνατος, ο Σίσυφος έδωσε οδηγίες στην Μερόπη να μην τον θάψει κανονικά. Η έλλειψη κανονικής κηδείας ενόχλησε τόσο πολύ τον Πλούτωνα, που κυβερνούσε τον Άδη, που ξαναέστειλε τον Σίσυφο στους ζωντανούς, για να κανονίσει την κηδεία του όπως έπρεπε. Για μια ακόμα φορά ο Σίσυφος απέδειξε την πονηριά του, αφού αρνήθηκε να επιστρέψει στον κάτω κόσμο και έζησε για πολλά ακόμα χρόνια στη γη.
Όταν τελικά πέθανε ο Σίσυφος, ο Δίας και οι υπόλοιποι θεοί σκέφτηκαν μια τρομερή βασανιστήριο για να τον τιμωρήσουν. Έπρεπε να σπρώχνει έναν τεράστιο βράχο επάνω σε έναν μεγάλο, απόκρημνο λόφο. Κάθε φορά που έφτανε στην κορυφή ο βράχος κατρακυλούσε και ο Σίσυφος έπρεπε να ξεκινήσει από την αρχή. Αυτό το βασανιστήριο, που έχει ταυτιστεί με το μύθο του Σίσυφου, θα συνεχιζόταν για μια αιωνιότητα.



Δεν υπάρχει μοίρα που να μη νικιέται με την περιφρόνηση...
https://sites.google.com

Παρασκευή, Οκτωβρίου 21, 2016

Θα μου δώσεις ότι θέλω?



Κάθομαι εκεί στο μπαρ και περιμένω τις φίλες μου, τον κοιτώ κλεφτά τόση ώρα που δήθεν κάνει πως φτιάχνει το πουκάμισό του και με κοιτάει. Τα χέρια του μακριά και δυνατά… μμμμμ με κάνει και σκέφτομαι διάφορα...

Παρασκευή, Απριλίου 29, 2016

Φάτε... φάτε... φάτε... Νηστεία είναι....

Μιας και είναι της μοδός και κίνημα έγινε για την κρεατοφαγία σήμερις... Φάτε, φάτε, φάτε κρέας, φάτε, φάτε, φάτε ψάρι, φάτε τα μουστάκια σας... Τον διπλανό μας μόνο να βοηθήσουμε, ρε παίδες αυτόν τον διπλανό μας που δεν έχει να φάει. Ούτε κρέας, ούτε ψάρι. Ούτε καν τα γεμιστά της Φωτίου... Άντε και άμα ταίσετε ένα πεινασμένο δεν χρειάζεται να νηστέψετε ποτέ ξανά...

Παρασκευή, Απριλίου 08, 2016

Δεν με ενδιαφέρει... αρκεί να τολμάς...



Δε μ' ενδιαφέρει τι δουλειά κάνεις
Δε μ' ενδιαφέρει πόσο χρονών είσαι
Δε μ' ενδιαφέρει ποιοι πλανήτες είναι γύρω απ' το φεγγάρι σου
Δε μ' ενδιαφέρει που και τι έχεις σπουδάσει..
Θέλω να ξέρω τι σε κάνει να πονάς
αν τολμάς να ονειρευτείς ..αν θέλεις να κάνεις αυτό που η καρδιά σου λαχταρά..
Θέλω να ξέρω αν έχεις αγγίξει το βάθος της δικής σου λύπης,
αν είσαι ανοιχτός στις προσδοκίες ή αν έχεις ζαρώσει από το φόβο.
Θέλω να ξέρω αν μπορείς να χορέψεις στην αγριάδα και ν' αφήσεις την έκσταση να σε γεμίσει χωρίς να ανησυχείς για το αν πρέπει να προσέχεις και να θυμάσαι τα όριά σου..
Θέλω να ξέρω αν τολμάς ν' απογοητεύσεις κάποιον με το να είσαι ο εαυτός σου..
Αν αντέχεις την κατηγορία αρκεί να μην προ δώσεις τη δική σου ψυχή.
Θέλω να ξέρω...
αν μπορείς να δεις την ομορφιά ακόμη κι όταν δεν είναι όμορφη η μέρα.
Θέλω να ξέρω αν κάτι σε στηρίζει μέσα σου όταν όλα έξω καταρρέουν.
Θέλω να ξέρω αν μπορείς, όταν είσαι μόνος με τον εαυτό σου,
να απολαμβάνεις αυτές τις μοναχικές στιγμές.
Θέλω να ξέρω αν μπορείς να σταθείς στην άκρη της θάλασσας
και να φωνάξεις στο ασήμι της πανσέληνου
και στο χρυσάφι του ήλιου
Ναι, είμαι άνθρωπος σημαντικός
και η ζωή μου ανήκει!!!!!!!!!
Ποίημα ανώνυμης Ινδιάνας.

Τρίτη, Μαρτίου 08, 2016

Ποια γυναίκα γιορτάζει σήμερα ?



Πάντα αιρετική γαρ θέλω να βάλω φωτιά στη σκέψη σου,  για αυτό και σήμερα επέλεξα να σε ρωτήσω και να απαιτήσω να μου απαντήσεις, 8 Μαρτίου σήμερα και γιορτάζει η Γυναίκα.... ποια Γυναίκα? Όλες θα μου πεις ...  θα κλείσεις την σελίδα και θα πας παρακάτω... Στάσου μη φεύγεις... στάσου μύγδαλα...  πιες μια γουλιά καφέ και αναλογίσου... 
Κοίταξε δεν αποποιούμαι των επιφανών γυναικών Ελληνίδων και ξένων για τα όσα έχουν κάνει για το "αδύναμο φύλο μου" για την καθιέρωση των δεδομένων δηλαδή... ήταν όλες τους άξιες... είναι όλες τους άξιες...   μην πιάσουμε ονόματα τώρα δε συμφωνείς? 
Έχω την αμυδρά εντύπωση πως σήμερα γιορτάζει αυτή η Γυναίκα που κόβει από τη σάρκα της για να δώσει ... Επίσης αν έχω σκεφτεί καλά μέσα στη σημερινή μέρα είναι και η Γυναίκα που κλείνετε σε ένα ανήλιαγο υπόγειο και υποχρεώνεται να πηγαίνει με 50 άνδρες κάθε μέρα... γιορτάζει η μέλλουσα Γυναίκα που περπατάει ξυπόλητη  στο "καλύτερο μέλλον της"  και την βαφτίζουν λαθρομετανάστρια. Γυναίκα είναι και η μάνα σου που τη γαμωσταυρίζεις κάθε μέρα με κάθε ευκαιρία... βρε ηλίθια θα μου πεις αυτή γιορτάζει στην Εορτή της Μάνας... ναι καλά θα σου απαντήσω... γιορτάζει η αδερφή σου σήμερα αυτή που έχει πάρει τον τύπο που την κακοποιεί κάθε μέρα και με τα θλιμμένα μάτια της σου ζητάει βοήθεια...
Δεν γιορτάζει η στερημένη στο μυαλό γυναίκα, μη τα μπερδεύεις... όχι αυτή ... αν και θα μου πεις γιατί αυτή δεν είναι γυναίκα? Σαφώς και είναι, σαφέστατα και δεν πρέπει να είμαστε μονοθεματικοί και δογματικοί... Αν και καλό θα ήταν τώρα που το σκέφτομαι να διαλέξεις εσύ...
Για μένα Σήμερα γιορτάζει ΑΥΤΟΣ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΟΝΟΜΑΣΤΗΚΕ ΓΥΝΑΙΚΑ αυτή που δαιμαινοποιήθηκε και εξεφτελίστηκε όσο κανείς άλλος... γιορτάζει και η πόρνη και η ενάρετη, η καλόγρια αλλά και η διαβολογυναίκα... μπορώ να σου πω και για τόσες άλλες αλλά δεν θέλω να σε κουράσω, σκοπός μου είναι να σε κάνω να σκεφτείς όχι να με διαολοστείλεις...  
Σήμερα εορτάζει η Θηλυκή Ενέργεια που μετά από πολύ σκέψη και με καλά οργανωμένο σχέδιο τείνει να εκλείψει... 
Μη πάρεις τίποτα πίσω από αυτά που σκέφτεσαι για την Γυναίκα σήμερα ... μη πεις άλλη κουβέντα και κοίτα το περιεχόμενο... βάλε της ότι χρώμα θες, ότι περιγραφή θέλεις δώσε...  
Μείνε δίπλα μου και πάλεψε μαζί μου, είμαστε ίσοι όχι ίδιοι για αυτό σε χρειάζομαι και με χρειάζεσαι...
Μη μου λες Χρόνια Πολλά .. Δύναμη να  μου ευχηθείς να αντέχω, επάρκεια έχω να δώσω, πάντα είχα... είμαι Τιτάνιδα το ξέχασες? Σε έφερα στη ζωή, σου δίνω ζωή... 
Εγώ η Γυναίκα σε Ευχαριστώ... 
    

Τετάρτη, Μαρτίου 02, 2016

Ο παππούς μας ο Όμηρος...
















Οι Έλληνες σήμερα ασχέτως μορφώσεως μιλάμε ομηρικά, αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων..
Ποια Ελληνική λέξη είναι αρχαία και ποια νέα; Γιατί μια Ομηρική λέξη μας φαίνεται δύσκολη και ακαταλαβίστικη;

Η γνώση των εννοιών των λέξεων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι μιλάμε τη γλώσσα της ομηρικής ποίησης, μια γλώσσα που δεν ανακάλυψε ο Όμηρος αλλά προϋπήρχε πολλές χιλιετηρίδες πριν από αυτόν. Οι Έλληνες σήμερα ασχέτως μορφώσεως μιλάμε ομηρικά, αλλά δεν το ξέρουμε επειδή αγνοούμε την έννοια των λέξεων που χρησιμοποιούμε.
Για του λόγου το αληθές θα αναφέρομε μερικά παραδείγματα για να δούμε ότι η Ομηρική γλώσσα όχι μόνο δεν είναι νεκρή, αλλά είναι ολοζώντανη.

Αυδή είναι η φωνή. Σήμερα χρησιμοποιούμε το επίθετο άναυδος.
Αλέξω στην εποχή του Ομήρου σημαίνει εμποδίζω, αποτρέπω. Τώρα χρησιμοποιούμε τις λέξεις αλεξίπτωτο, αλεξίσφαιρο, αλεξικέραυνο αλεξήλιο Αλέξανδρος (αυτός που αποκρούει τους άνδρες) κ.τ.λ.
Με το επίρρημα τήλε στον Όμηρο εννοούσαν μακριά, εμείς χρησιμοποιούμε τις λέξεις τηλέφωνο, τηλεόραση, τηλεπικοινωνία, τηλεβόλο, τηλεπάθεια κ.τ.λ.
Λάας ή λας έλεγαν την πέτρα. Εμείς λέμε λατομείο, λαξεύω.
Πέδον στον Όμηρο σημαίνει έδαφος, τώρα λέμε στρατόπεδο, πεδινός.
Το κρεβάτι λέγεται λέχος, εμείς αποκαλούμε λεχώνα τη γυναίκα που μόλις γέννησε και μένει στο κρεβάτι.
Πόρο έλεγαν τη διάβαση, το πέρασμα, σήμερα χρησιμοποιούμε τη λέξη πορεία. Επίσης αποκαλούμε εύπορο κάποιον που έχει χρήματα, γιατί έχει εύκολες διαβάσεις, μπορεί δηλαδή να περάσει όπου θέλει, και άπορο αυτόν που δεν έχει πόρους, το φτωχό.
Φρην είναι η λογική. Από αυτή τη λέξη προέρχονται το φρενοκομείο, ο φρενοβλαβής, ο εξωφρενικός, ο άφρων κ.τ.λ.
Δόρπος, λεγόταν το δείπνο, σήμερα η λέξη είναι επιδόρπιο.
Λώπος είναι στον Όμηρο το ένδυμα. Τώρα αυτόν που μας έκλεψε (μας έγδυσε το σπίτι) το λέμε λωποδύτη.
Ύλη ονόμαζαν ένα τόπο με δένδρα, εμείς λέμε υλοτόμος.
Άρουρα ήταν το χωράφι, όλοι ξέρουμε τον αρουραίο.
Το θυμό τον αποκαλούσαν χόλο. Από τη λέξη αυτή πήρε το όνομα της η χολή, με την έννοια της πίκρας. Λέμε επίσης αυτός είναι χολωμένος.
Νόστος σημαίνει επιστροφή στην πατρίδα. Η λέξη παρέμεινε ως παλινόστηση, ή νοσταλγία.
Άλγος στον Όμηρο είναι ο σωματικός πόνος, από αυτό προέρχεται το αναλγητικό.
Το βάρος το αποκαλούσαν άχθος, σήμερα λέμε αχθοφόρος.
Ο ρύπος, δηλαδή η ακαθαρσία, εξακολουθεί και λέγεται έτσι – ρύπανση.
Από τη λέξη αιδώς (ντροπή) προήλθε ο αναιδής.
Πέδη, σημαίνει δέσιμο και τώρα λέμε πέδιλο. Επίσης χρησιμοποιούμε τη λέξη χειροπέδες.
Από το φάος, το φως προέρχεται η φράση φαεινές ιδέες.
Άγχω, σημαίνει σφίγγω το λαιμό, σήμερα λέμε αγχόνη. Επίσης άγχος είναι η αγωνία από κάποιο σφίξιμο, ή από πίεση.
Βρύχια στον Όμηρο είναι τα βαθιά νερά, εξ ου και τo υποβρύχιο.
Φερνή έλεγαν την προίκα. Από εκεί επικράτησε την καλά προικισμένη να τη λέμε «πολύφερνη νύφη».
Το γεύμα στο οποίο ο κάθε παρευρισκόμενος έφερνε μαζί του το φαγητό του λεγόταν έρανος. Η λέξη παρέμεινε, με τη διαφορά ότι σήμερα δεν συνεισφέρουμε φαγητό, αλλά χρήματα.

Υπάρχουν λέξεις, από τα χρόνια του Όμήρου, που ενώ η πρώτη τους μορφή μεταβλήθηκε – η χειρ έγινε χέρι, το ύδωρ νερό, η ναυς έγινε πλοίο, στη σύνθεση διατηρήθηκε η πρώτη μορφή της λέξεως.
Από τη λέξη χειρ έχουμε: χειρουργός, χειριστής, χειροτονία, χειραφέτηση, χειρονομία, χειροδικώ κ.τ.λ.
Από το ύδωρ έχουμε τις λέξεις: ύδρευση υδραγωγείο, υδραυλικός, υδροφόρος, υδρογόνο, υδροκέφαλος, αφυδάτωση, ενυδρείο, κ.τ.λ.
Από τη λέξη ναυς έχουμε: ναυπηγός, ναύαρχος, ναυμαχία, ναυτικός, ναυαγός, ναυτιλία, ναύσταθμος, ναυτοδικείο, ναυαγοσώστης, ναυτία, κ.τ.λ.
Σύμφωνα με τα προαναφερθέντα παραδείγματα προκύπτει ότι:
Δεν υπάρχουν αρχαίες και νέες Ελληνικές λέξεις, αλλά μόνον Ελληνικές.
Η Ελληνική γλώσσα είναι ενιαία και ουσιαστικά αδιαίρετη χρονικά.
Από την εποχή του Ομήρου μέχρι σήμερα προστέθηκαν στην Ελληνική γλώσσα μόνο ελάχιστες λέξεις.
Η γνώση των εννοιών των λέξεων θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε ότι μιλάμε τη γλώσσα της ομηρικής ποίησης, μια γλώσσα που δεν ανακάλυψε ο Όμηρος αλλά προϋπήρχε πολλές χιλιετηρίδες πριν από αυτόν.
Πηγές

"Απολλώνιου Σοφιστού Λεξικόν κατά στοιχείον Ιλιάδος και Οδύσσειας", Εκδόσεις Ηλιοδρόμιο.

Περιοδικό "Δαυλός", τεύχος 79.

Κυριακή, Φεβρουαρίου 28, 2016

Στα χέρια σου



Φεύγει και πάει το μυαλό και φτάνει σε άλλα μονοπάτια, σκέψου να μπορούσαμε να ανοίξουμε πραγματικά την ψυχή μας και να μιλήσουμε. Φαντάσου να θέλαμε να εμπιστευτούμε ακόμα και τον εαυτό μας και να εξομολογηθούμε τα πιο μύχια συναισθήματα.
Είναι οι ώρες μεγάλες όταν θέλεις να φτάσεις στο Θεό της Ψυχής. Και όμως δεν το κάνεις, γιατί φοβάσαι. Δεν το κάνεις γιατί το νιώθεις περιττό. Δεν το κάνεις γιατί νομίζεις πως τώρα δεν χρειάζεται.
Είχες δυο άμυνες, τον αυτοσαρκασμό και την ελπίδα  . Τον αυτοσαρκασμό για να μπορείς να δείχνεις προς τα έξω πως ναι, το καταφέρνεις και εσύ και την ελπίδα που σου κρατάει συντροφιά τα τελευταία χρόνια.

Μια ελπίδα που ήρθε και έκατσε στο βρεγμένο πρεβάζι της ψυχής σαν το σπουργίτι το χειμώνα, του έδωσες λίγα κοχυλάκια για να χορτάσει την πείνα της μοναξιάς και λίγο νεράκι αναθάρρησης να πιει. Άνοιξες το παράθυρο διάπλατα να μπει και να ζεσταθεί από το βοριά... και ήταν εκείνη την στιγμή που μέσα στο δωμάτιο της ύπαρξής σου εισέβαλλαν  τα όρνια της άρνησης. Έκλεισες γρήγορα το παράθυρο αλλά οι δαίμονες ήταν ήδη μέσα. Και κρύφτηκες στη γωνιά να μη σε δουν να μη σε αγγίξουν, ξέχασες το σπουργιτάκι.

Όλο το δωμάτιο γέμισε από μια απίστευτη παρουσία που όχι μόνο μετά από λίγο σταμάτησες να την φοβάσαι αλλά της έστρωσες και γιορτινό τραπέζι. Το σπουργιτάκι για να μην σε ενοχλεί το έκλεισες σε ένα πανέμορφο κλουβί και το γέμισες με χρυσά μαξιλαράκια για να ξεκουράζεται, έξαλλου αυτό είναι που είδες πρώτο και το βοήθησες έτσι δεν είναι;
Από την άλλη κέρναγες την Άρνηση με γλυκό κρασί στιγμών στα κολονάτα ποτήρια των λέξεων σου. Λογιών φαγητά στο τραπέζι σου με μενού από πράξεις, από σκέψεις και από τολμήματα που έμειναν στη μέση, λες και ήταν Γιορτή, αλήθεια τι γιορτάζεις; Και αρχίζει η μουσική μια μουσική που μαζί με το κρασί ζαλίζει το μυαλό και στροβιλίζεσαι και χορεύεις... χορεύεις... πόσο σου αρέσει, με μια άγρια χαρά ανοίγεις την ντουλάπα της ύπαρξής σου και ρούχα βγάζεις αρχοντικά και την άρνηση ντύνεις και ντύνεσαι και εσύ, βγαίνεις από το σπίτι και στο δρόμο ξεχύνεσαι με τα καινούργια όμορφα ρούχα σου και την καινούργια φίλη σου να σας δει ο κόσμος. Και είσαι καλά... και ευτυχισμένος τρέχεις στα μονοπάτια του μυαλού.... Δυο πράγματα πλέον βρήκες που αναζητούσες την ηρεμία και την αποδοχή, μα ναι αυτό είναι που σου πρόσφερε η Άρνηση, αυτά είναι τα δώρα της, και το χρυσό της τζίνι σου υπόσχεται και άλλα αν το ακολουθήσεις. Και τρέχεις να φτάσεις όσο πιο γρήγορα μπορείς.... που;

Μα είναι δρόμος ήρεμος στρωμένος με γρασίδι, τέρμα πια οι πέτρες και οι ανηφόρες, τέρμα τα έλη και τα ποτάμια, τέρμα πια οι ωκεανοί της σκέψεις. Όλα εδώ μπροστά σου όπως τα ήθελες. Τέρμα πια τα κόματα, οι τελείες, τα ερωτηματικά, σε αυτό τον δρόμο δεν υπάρχουν σημεία στίξης. Τέρμα το μπρος - πίσω, τέρμα οι προσπάθεια για κάτι καλύτερο, τέρμα η ζωή.... Τέρμα η Ζωή;;; Μα πως;;; Ένα φτερό από το σπουργίτι έρχεται μπροστά στα μάτια σου και το πιάνεις στον αέρα.


Αρχίζει να βρέχει, μια βροχή δυνατή που σε ποτίζει και θέλει να σε ξεπλύνει μέχρι το κόκκαλο, σήκωσε το κεφάλι όσο δυνατή και αν είναι και ας σε χτυπάει στο πρόσωπο και ας πονάς, μόνο έτσι καταλαβαίνεις πως ζεις. Και αρχίζεις και τρέχεις να φτάσεις, να προλάβεις, στο δρόμο πλέον όμως τελειώνει το γρασίδι και αρχίζουν οι πέτρες, οι λακκούβες, οι ανηφόρες, με κομμένα πόδια και ανάσα που σχεδόν βγαίνει έχεις να αντιμετωπίσεις και τα διόδια των εξηγήσεων σε όσους πριν σύστηνες την φίλη σου την καλή. Τα γιορτινά ρούχα της Άρνησης αρχίζουν να κουρελιάζονται και κοίτα το ένα μετά το άλλο σκίζονται στο μέρος της καρδιάς σου. Χαμογελάς σύμπτωση απλή του επέζησες και φτάνεις στο σπίτι σου. Το κλουβί παραμένει στη θέση του ή χρυσή ποτίστρα και ταΐστρα άδειες, η χρυσή κούνια κινείται μόνη της. Το σπουργιτάκι ;;; Καθώς πλησιάζεις βλέπεις τα φτερά του, ίσα που ανασαίνει. Άνοιξε το κλουβί και πάρτο στα χέρια σου μη φοβάσαι, κάντο.....  Φύσηξέ του στο στοματάκι του και δως του πνοή ξανά, κάντο μη φοβάσαι ... Άνοιξε το παράθυρο της ψυχής και άστο να φύγει ελεύθερο να πετάξει πάνω από θάλασσες , δρόμους με πέτρες με λακκούβες, να συναντήσει εμπόδια, απογοητεύσεις... και να ξανάρθει στο παράθυρο σου για βοήθεια.... Κοίτα ζεις μη το φοβάσαι κάντο.... Ζήσε.... μη φοβάσαι. Είσαι πιο σοφός τώρα, τώρα ξέρεις πως δεν μπαίνουν σε κλουβί τα σπουργίτια....                          

Δευτέρα, Φεβρουαρίου 15, 2016

Έλα ρε υπάρχει? Που θα την βρω? Ή μήπως την έχω βρει?



Ευτυχία!!!!!!!!!

μμμμμμμμμμ, και απόλυτη κιόλας, μμμμμμμμμμμμμμμ, μεγάλη και ωραία κουβέντα άνοιξες Αννούλα μου. Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν νιώθουν ευτυχείς!!! Και αυτό γιατί έχουν μάθει να ζουν μέσα στην ενοχή που δημιουργεί η κοινωνία, η ίδια μας η ιδιοσυγκρασία και να τι θέλω να πω, βρισκόμαστε σε παρέα ανθρώπων και αρχίζουμε να γελάμε, να γελάμε πολύ όμως ξάφνου κάποιος δίπλα μας σταματάει απότομα και κάνει τον σταυρό του και λέει «σε καλό να μας βγει…»

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 10, 2016

Σαν το σπίτι μου...



Κλείσε τα μάτια και πιάσε με από το χέρι, έλα να σε πάω μια βόλτα σε μια χώρα που τόσο πολύ αγαπάω, σφίξου πάνω μου και μη φοβάσαι, λένε πως οι άνθρωποι όταν βρίσκονται μόνοι σε κάποια ξένη γη σφίγγονται δυνατά ο ένας πάνω στον άλλο...

μα μη φοβάσαι... δεν ξέρω πως αλλά τον νιώθω τόπο μου τούτο τον τόπο...Πάμε να ακούσουμε στα κάστρα τον τροβαδούρο να τραγουδά για παλιούς βασιλιάδες και για κυράδες...έλα να κοιτάξουμε μέσα στην λίμνη μήπως και δούμε την Κυρά της και αν τυχεροί σταθούμε μπορεί να την ακούσουμε να τραγουδά και στο Ιερό Σπαθί...έλα να περπατήσουμε ξυπόλυτοι στην παραλία και να αφήσουμε το κρύο αγέρι να μας ανατριχιάσει... έτσι να νιώσουμε την ανατριχίλα της αγάπης μας... μη μου σκοτεινιάζεις εδώ είμαι πάντα ήμουν... εσύ..εγώ και ο τόπος τούτος ... μας χωράει και τους δυο...έλα να περιπλανηθούμε στην Ιστορία του ...κοίτα το κάστρο του Kingmanthor...εκεί ψηλά στην πολεμίστρα είπε το πρώτο και τελευταίο σ' αγαπώ στην Λαίδη Κate...πάρε ένα βότσαλο από την παραλία του Malesun ρούνο να το κάνουμε να μας προστατεύει για πάντα...έλα να πέσουμε στον καταρράκτη του Sunower να κάνουμε ένα έρωτα που ποτέ δεν έχει ξαναγίνει από υλικά κορμιά.... το βράδυ όταν αποκαμωμένοι από την περιπλάνηση θα ξαπλώσουμε στην κοιλάδα του Enisburg να κοιτάξουμε αστέρια και γαλαξίες… και έτσι όπως θα μου λες πως μ' αγαπάς πάνω σου θα σφιχτώ γιατί κρυώνω....

Τρίτη, Ιανουαρίου 26, 2016

Στα σύνορα του παραμυθιού και της αλήθειας...



Βρέχει πολύ. Οι σταγόνες σφυροκοπούν το τζάμι τόσο δυνατά σαν να θέλουν να το σπάσουν. Μακάρι να τελειώσει νωρίτερα αυτή η βαρετή η συνάντηση. Κουράστηκε. Κάθε φορά τα ίδια και τα ίδια. Λόγια που πέφτουν στο κενό, μια απίστευτη σπατάλη ενέργειας. Κάποιος να βάλει ένα τέλος; Κάποιος;
- Μήπως να συζητήσουμε αύριο την μεταφορά των υλικών; Έχει σουρουπώσει. Συμφώνησαν όλοι και άρχισαν να μαζεύουν τα χαρτιά τους. Ήταν τόσο απορροφημένη στις σκέψεις της, τόσο κουρασμένη που δεν άκουσε τη σωτήρια πρόταση του.

Σήκωσε το κεφάλι. Μόνη της ήταν. Είχαν φύγει όλοι ή τουλάχιστον έτσι νόμιζε. Μάζεψε μηχανικά τα χαρτιά της. Τα στρίμωξε βιαστικά στον νέο της χαρτοφύλακα. Ανάθεμά το για μηχανικό κούμπωμα! Πέταξε αγανακτισμένη το χαρτοφύλακα πάνω στο τραπέζι. Έσκυψε από πάνω του. Έκλεισε τα μάτια και ευχήθηκε να ήταν αλλού, μακριά …. ήταν και αυτή η βροχή που την νανούριζε. Είχε γλυκάνει ο ήχος της και σαν ψεύτικο της φάνηκε το χάδι στα μαλλιά. Σαν κάποιος να της ξετύλιγε τις μπούκλες και να τις χώριζε σε πιο μικρές.

-Τόσο πολύ σε κουράσαμε σήμερα; Αναπήδησε απότομα. Φλας μπακ. Οι συνάδελφοι μαζεύουν τα χαρτιά. Τα φώτα χαμηλώνουν. Μαζεύει τα δικά της. Το κουμπί δεν κλείνει, κλείνει όμως τα μάτια. Τα ανοίγει τώρα, εκείνος μπροστά της που της χαμογελά. Το χάδι στα μαλλιά.

-Συγνώμη δεν πρόσεξα ότι φύγατε όλοι, ψέλλισε.

-Ναι το κατάλαβα αυτό…. να κεράσω καφεδάκι στη γωνία;
-Εντάξει δώσε μου μόνο δυο λεπτά να ρίξω λίγο νερό στο πρόσωπό μου. Να βάλει ολόκληρο το κεφάλι της κάτω από το νερό ήθελε. Να ξυπνήσει για τα καλά γιατί νόμιζε ότι ονειρευόταν. Κοίταζε το αναψοκοκκινισμένο πρόσωπό της στον καθρέφτη. Τις μικρές μπούκλες που πλαισίωναν το πρόσωπό της. Υπήρχε εδώ και καιρό μια ιδιαίτερη οικειότητα μεταξύ τους, στήριζε ο ένας τις θέσεις του άλλου στις βαρετές αυτές συναντήσεις αλλά ποτέ δεν φανταζόταν το σημερινό. Έφτιαξε το makeup, κούμπωσε σφιχτά το ζαχαρί παλτό της και βγήκε.

Η βροχή είχε δυναμώσει πάλι. Είχε ξεχάσει την ομπρέλα της στο γραφείο.

- Δεν πειράζει, θα μπούμε κάτω από τη δικιά μου. Μια μπλε λιτή ανδρική ομπρέλα. Με μεγάλο άνοιγμα. Την τράβηξε στην αγκαλιά του. Κάτω από την ομπρέλα. Κορναρίσματα. Ο δρόμος έκλεισε. Το λεωφορείο δεν μπορεί να στρίψει. Φωνές. Μα κάτω από την ομπρέλα σαν να μην υπήρχαν όλα αυτά.

Το καφέ γεμάτο από κόσμο. Άδειασε το γωνιακό τραπεζάκι. Μυρωδιά ζεστής σοκολάτας και εσπρέσο. Βανίλια και φρέσκο βούτυρο. -Σγούρυναν και άλλο τα μαλλιά σου με τη βροχή. Ελπίζω να μην σε έφερα σε δύσκολη θέση πριν. Φυσικά και δεν την είχε φέρει σε δύσκολη θέση γιατί … δεν είχε συνειδητοποιήσει ότι ήταν εκεί και η κατάσταση στην οποία βρισκόταν αποζητούσε ένα χάδι στα μαλλιά και όχι μόνο.... Μυρωδιά από δεύτερη σοκολάτα αρωματισμένη με φουντούκι αυτή τη φορά. Ο εσπρέσο παρέμεινε. Μιλούσαν για άσχετα πράγματα, για τη δουλειά, για την αυριανή συνάντηση μα τους και οι δυο τους είχαν χαθεί στην αγκαλιά κάτω από την ομπρέλα.

Είχε βραδιάσει για τα καλά. Έπρεπε να φύγει για να προλάβει τον προαστιακό των 20:30. Η βροχή αμείωτη.

- Θα σε πάω εγώ μέχρι το σταθμό. Βρήκαν και οι δύο τη γνώριμη θέση κάτω από την ομπρέλα. Έξω ο ίδιος πανικός. Όλοι οι δρόμοι στο κέντρο είχαν φρακάρει. Έστριψαν από τη Νοταρά. Ένα φρεάτιο είχε ξεχειλίσει και δεν μπορούσαν να διασχίσουν τον δρόμο. Στη γωνία το ίδιο. Ένα μηχανάκι περνά με ταχύτητα και σκορπά τα νερά. Καταφύγιο πουθενά. Σηκώνει το βλέμμα και τον κοιτά. Άλλαξε η φορά του αέρα και οι σταγόνες γεμίζουν τα πρόσωπά τους. Δυο μάτια που δεν γυαλίζουν μόνο από τη βροχή.

Ένα αυτοκίνητο μεγάλου κυβισμού πλησιάζει απειλητικά έτοιμο να εκτοπίσει όλο το νερό που υπάρχει στο δρόμο. Εκείνος την τραβά προς τα πίσω πριν προλάβουν να βραχούν. Η κολόνα μιας πολυκατοικίας το απάγκιο τους. Η φορά του αέρα ξαναλλάζει. Οι σταγόνες της βροχής ανακατεύονται στο βαθύ φιλί τους. Η ομπρέλα φεύγει από τα χέρια και ψάχνει να βρει τη βροχή της. Ταξίδεψε μαζί με τα όνειρά της σε ένα κόσμο αλλοτινό και μαγεμένο. Εκεί που οι στάλες γίνονται έρωτας και τα σύννεφα βρέχουν λουλούδια.

Μια γλυκιά ζάλη την πήρε. Απ' το φιλί που απέμεινε κάτω από την ομπρέλα από τα χείλη του να έχει τη γεύση μιας γλυκιάς σοκολάτας καυτής. Κι απ' τα χέρια του που βρεγμένα από τη νεροποντή είχαν τη ανάγκη να την πιάσουν από την μέση και να την φέρουν ψηλά. Όσο ψηλά μπορεί πάει ένας ξαφνικός έρωτας. Και ζαλίστηκε. Γλίστρησε το κορμί της πάνω στο δικό του, με τις μακριές μπούκλες της πια μουσκεμένες κολλημένες στους ώμους του και δυο χέρια που έσφιγγαν την πλάτη του. Με τις μπούκλες μουσκεμένες να τον τυλίγουν μαζί με τα χέρια της σαν πλοκάμια που ψάχνουν έδαφος, σώμα να σφίξουν, να κατακτήσουν ..... Ένιωσε τη θέρμη του μέσα απ ’το βρεγμένο πουκάμισό του. Βρόχινο νερό έσταζε από το πρόσωπό του στο μισάνοιχτο της στόμα, καθώς φιλούσε το μέτωπο και τα μάτια της, μπλέκοντας τα δάχτυλά του στα μαλλιά της. Έμοιαζαν ένα. Σώμα που ενώθηκε. Σαν πάζλ που συμπληρώθηκε. Αυτή τη φορά το φιλί τους ήτανε έρωτας.

Έμειναν έτσι αγκαλιασμένοι όπου κι αν βρέθηκαν σ' ένα βράδυ που έσταζε από εκείνους. Στη βροχή. Στο αγιάζι. Στην υγρασία από τα χείλη. Στα μάτια από τη χαρά. Στο χαμόγελο από την ευτυχία. Κάτω από την ομπρέλα της αγκαλιάς του. Μια αγκαλιά ζεστή. Μια αγκαλιά σαν συννεφάκι.

Στα σύνορα του παραμυθιού και της αλήθειας.

Το βρόχινο παραμύθι τους.



Παρασκευή, Ιανουαρίου 22, 2016

Λογιστικά και Φορολογικά Ενήμεροι... (?)



Λένε πως όταν τελειώνει μια χρονιά κάτι σε σπρώχνει να κάνεις απολογισμούς, τι έκανες, τι άφησες, τι δεν έπρεπε να κάνεις και άλλα τέτοια...όλα αυτά λένε τα κάνεις για σε βρει η Νέα Χρονιά με καθαρό συνειδησιακό κούτελο. Και αυτό γίνεται στο τέλος εκάστοτε χρονιάς? αν το κάνεις δηλαδή νωρίτερα δεν πιάνει??

Ας πάρω λοιπόν το μολυβοκόντυλο και ας κάνω τις πράξεις πρόσθεση και αφαίρεση...
Λογιστής η ψυχή ντύνεται απόψε και βάζει τα γυαλιά για να δει σωστά τα τιμολόγια εσόδων, εξόδων, τα έξοδα κίνησης, αλήθεια ποια παραστατικά πρέπει να έχω για να πάω στη Νέα χρονιά εμπρόθεσμη? Τι εκκαθαριστικό θα μου βγεί πιστωτικό ή χρεωστικό? Μισό να δω τις αποδείξεις.
Μμμμμμμμμμμ μου αρέσει το παιχνίδι αυτό. Τα Λογιστικά πάντα μου άρεσαν ευτυχώς που τα βάζω με σειρά ημερομηνίας και με μήνα.
Από την αρχή του χρόνου έμαθα πως δεν πρέπει να εμπιστεύομαι κανένα και τίποτα, εκεί γύρω στα μέσα Γενάρη είπα να ξεκουραστώ λίγο και να δώσω ένα περιθώριο στον Στρατάρχη Νου, που μου είχε κηρύξει πόλεμο, να μου αποδείξει πως δεν είναι όλα στρατηγική. Παθαίνω μια πλαγιομετωπική με την φιλία και ξαναρίχνω στη Μάχη αυτή την λέξη." Όλα καλά ρε παιδί μου, ο άνθρωπος δεν έχει φτιαχτεί να ζει μόνος του, κάνε το κορόιδο και προχώρα" μου έλεγα... Έδωσα και πήρα η αλήθεια είναι τούτη. Σε στιγμές αγωνίας και βραδιές αϋπνίας ένοιωθα την ανάγκη πως πρέπει να δώσω την ευκαιρία στη ψυχή να εμπιστευτεί, ναι το έκανα. Ρώτα με πόσο το μετάνιωσα. Μη ρωτάς η απάντηση δε θα είναι πρέπουσα.
Πέρασε καιρός και είπα να αφεθώ σε τερτίπια ερωτικά και άλλα μελιστάλαχτα, ξέρεις βολτούλες στην παραλία, ρομαντζάδα στην πανσέληνο και άλλα τέτοια όμορφα. Ένιωσα δεν το μετανιώνω. Έμαθα πως είναι να είναι κάποιος ψεύτης και δειλός. Έμαθα δεν το μετάνιωσα. Τα όσκαρ υποκριτικής τα έδωσα σε γνωστούς, φίλους και αγαπητικούς λίγο αργότερα από το συνηθισμένο. Χάρηκα και λυπήθηκα δε το μετάνιωσα.
Άφησα την ανάσα μου να βγει καθαρή και τη φωνή μου δυνατή να ακουστεί στα πέρατα του Σύμπαντος. Δεν το μετάνιωσα. Ένιωσα πως είναι να σε πουλάνε και να σε αγοράζουν με παραστατικά και χωρίς, έδωσα το δικαίωμα να παίξουν μαζί μου, να με συκοφαντήσουν και να μου κλείσουν πόρτες κατάμουτρα. Δεν το μετάνιωσα, σιγά μη μετανιώσω για τον κύκλο της Ζωής.
Ξαπόστασα το βρεγμένο κορμί μου αφού πρώτα είχα περάσει πρώτη απέναντι.
Κοίτα τι βρήκα ρε πούστη μου κάτι αποδείξεις που λένε, πως είμαι αυτή που είμαι και σε όποιον αρέσω, για τους άλλους δεν θα μπορέσω, λες να κάνουν αυτές για την Εφορία του Συνειδητού? Ας τις βάλω και βλέπουμε.
Ωπ να και οι αποδείξεις του καλοκαιριού αυτές γράφουν Αλήτισσα εκ πεποιθήσεως, γυναίκα εξ ανάγκης, βάλτες και αυτές μέσα.
Τις αποδείξεις των αποκαλύψεων ξέρει κανείς σε ποιο κωδικό τις βάζουν???
Ανοίγουν τα σχολεία τον Σεπτέμβρη και μαζί ανοίγουν και οι ασκοί της πρωτοκλασσάτης υψηλής κοινωνίας του Πρέπει, αυτές σίγουρα θα τις βάλω στον κωδικό, χέσε μας αγάπη μου με αυτά τα δήθεν.
Έλα και τελειώνει η Χρονιά και με κατακλύζει μια άγρια χαρά. Κοίτα που θα προλάβω να την τελειώσω τη Δήλωση νωρίς, θα την καταθέσω νωρίς και δεν θα έχω πρόστιμο.
Τους κωδικούς, δήθεν και ακαταλόγιστο θα τους αφήσω άδειους, δεν είναι για την δική μου επαγγελματική δραστηριότητα.
Στα έξοδα παραστάσεως θα βάλω σίγουρα τις μετακινήσεις μου για τα Όσκαρ.
Έλα και τελειώσαμε Αλήτισσά μου... Το taxisnet είναι ανοιχτό και με περιμένει,  κλειδάριθμοι παίζουν μπροστά στα μάτια μου, ανοίγει μόλις το πεδίο και φωνάζω το Λογιστή να έρθει, παίδες έχω να καταθέσω δήλωση. Καλή Φορολογική μας Χρονιά.
Νέα Χρονιά, νέα παραστατικά....